Του τοίχου το ρολόι τους γράφει ανεξίτηλα,
στο παρελθόν αλγόριθμοι που όμως δε μαθαίνουν,
παραγελάνε οι θνητοί καθώς λάγνα χορεύουν.
Βρέχεται από αίσθημα ημιδιπολικό
μονάχη, ευανάγνωστη και εύρωστη διχόνοια,
στα πάρκα των ρηγάδων μασάνε εύκολα χρόνια.
Μεθάνε οι ταξιδιώτες τους στα αλκοολούχα τρένα,
με ζώνη ανασφάλειας καλύπτουν τη ρωγμή,
στις μάσκες υπογράφουν κατάφωρη πυγμή.
Λουλούδι ατελέσφορο βελούδινων χρωμάτων,
απόχρωση αντίστασης δε νιώθει η ζωή σου,
απ' το κοτσάνι κόπηκε το άκαιρο κορμί σου.
Πικρή αδυναμία ανάβεις το σκοτάδι,
η μοναξιά ευτύχησε με βρεγμένο τσιγάρο,
η άγνοια επιβίβασης ήχησε στο φουγάρο.
Η απανθρωπιά εντροπικά σκουριάζει την πνοή σου,
θείας αρχής ακύρωση θάβει αγέννητους,
μα μιας φωνής αντήχηση πετάει και ακούς.
Στοιχίζονται κι οι λόγοι για την πράσινη μοίρα,
το πνεύμα σου αγέλαστο μα ποτέ δεν κρυώνει,
θα προφτάσεις τα γράμματα, στο δίκαιο δε νυχτώνει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου