Σάββατο 31 Μαρτίου 2012

Επίγραμμα


Πώς να κόψω λουλούδια
απ' τον άγραφο κήπο;
Πώς να βρω τη σοφία,
τον πεντάμοιρο χτύπο;

Πού ξαγρυπνά η συνείδηση,
το αντιδρών της πάλης;
Πού απηχεί έτοιμη είδηση,
το προϊόν της ζάλης;

Πώς μαρτυράς το όραμα,
το όνομα του απείρου;
Πώς στρέφεσαι απ' το χορό,
το επίγραμμα του ονείρου;

Πού κρύβεται η σταλαγματιά,
η δροσοσταλίδα χώρας;
Πού στέκει ο νους ανθόσπαρτος,
συνειρμέ κρύας ώρας;

Παρασκευή 30 Μαρτίου 2012

Οι ακροβάτες της ζωής


Σβήσε το φως για δυο στιγμές,
βρες το κουράγιο της πνοής,
μην προσπερνάς μια-δυο χαρές,
τους ακροβάτες της ζωής.

Η Άνοιξή σου λευκό σάλι,
έχεις ντυθεί παρηγοριά,
και μες στη χιονισμένη ζάλη
πρώτη ακτίνα του Μοριά.

Απερχόμενο ταίριασμα πλέκει βαρύ εγκώμιο,
περιγράφει το σώμα σου με αόρατη τιμή,
της ξενιτιάς το σούρουπο λόγο δε θα 'χει όμοιο,
 να ζωγραφίζει πρόσωπα που κλείνουν τη ρωγμή.

Το όνομά σου νόημα σε αειθαλές τοπίο,
ευγενές χειροφίλημα εντός δύο σταθμών,
καράβι από τα πέλαγα κρατάει το αντίο,
βουβό βλέμμα στο άπειρο να μαρτυράει παρών.

Πέμπτη 29 Μαρτίου 2012

Ο δάσκαλος


Ο μαθητής της άμπωτης κι ο δάσκαλος της δόσης
της Ελληνιστικής ματιάς που μέμφεται της πτώσης.

Αναγωγή σε όραμα και αγωγή ψυχής,
δίνεις με φίλτρο αλτρουισμού το παίδεμα αρχής.

Να μελετούμε άσε μας τα αρχαία όριά σου,
το έργο φάρος Αλεξάνδρειας της μοίρας της ζαριάς σου.

Τετάρτη 28 Μαρτίου 2012

Ο λήσταρχος


Σε κάθε αμαρτία αναφέρω,
ελευθερία ανεκτίμητη προσφέρω.
Σε κάθε πλάση υπόγεια δαγκώνω,
με ασημένια φύλλα αναζωπυρώνω.

Την κάθε σκέψη σου κρατάω,
την ψυχή σου αιώνια κοιτάω.
Τα πάθη σου δεν ξεχρεώνω,
δάνεια μονάχα ισόβια δαφνώνω.

Ποιός είμαι;

Δεν είσαι ο παντοτινός θεός,
είσαι ο λήσταρχος της φύσης,
δε θα σαπίζεις δια παντός,
θα σε προφτάσει η ώρα κρίσης.

Τρίτη 27 Μαρτίου 2012

Ιέριες


Πανάξιες ιέριες ηχούν στη Σαλονίκη,
με το σαντούρι ανθρωπιάς στο έργο κατοικούν,
μ' ένα στερνό βασίλεμα στα μάτια μας θωρούν
 τη μοναξιά της έννοιας στη ζηλευτή μας νίκη.

Τις αγαπούν βλέμματα αγνά, λόγια λινά,
 σμιλεύουν ακριβές γεωμετρικές κινήσεις,
χορεύουν στις μπαλάντες τους λέξεις και αναμνήσεις,
γιατρεύουν με το χρώμα τους πάσης λογής δεινά.

Στο λόγο τους ομονοούν άσπροι και μαύροι στίχοι,
στο πέρασμά τους απηχεί νόηση σε αρμονία,
στα βήματά τους μουσική, χρόνος και συγχορδία,
ακούν το πεπρωμένο μας, δε λογίζουνε τύχη.

Τα στίγματα αφανίζουνε σαν διώχνουνε την πείνα,
με το σπαθί της θύμησης τη λησμονιά σκοτώνουν,
με την ασπίδα μοίρας γης τη μνήμη περισώνουν,
πανάξιες ιέριες υπάρχουν στην Αθήνα.

Σάββατο 24 Μαρτίου 2012

Ο ναύτης


Πηγαιμός για τα πέρατα τα όρια καθρεφτίζει,
ναύτης στα χοντρά σχοινιά πρώτη μοίρα σφραγίζει.

Για καπετάνιος κίνησες μα ο ναύτης σε γνωρίζει,
με άξαφνες νερού στιγμές φαίνεται σε κερδίζει.

Σε μια πλώρη το ύψος σου τα κύματα ατενίζει,
νύχτες ο νους ατέλειωτες ξέρει να στροβιλίζει.

Ωμή απαράλλαχτη δουλειά και η άγκυρα χρονίζει,
σε μία κρίση μοναξιάς τη θάλασσα θα βρίζει.

 Θολός ο νόστος σαν καημός το πλοίο πλημμυρίζει,
φωτογραφία με γυαλιά την όραση γεμίζει.

Στην καρδιά πάντα μια μορφή ταξίδια χρωματίζει,
και στα πανιά του η προσμονή αναπνοή χαρίζει.

Τον κίνδυνο συνάντησε μα η σκέψη φτερουγίζει,
μες στα μαλλιά της να χαθεί, το χρόνο να ανεμίζει.

Ο καιρός που του έλειψε με λέξη της γυρίζει,
τη βραδιά που τον άγγιξε απ' το χθες θα ξεχωρίζει.

Στέρεο πια το έδαφος για λίγο πεταρίζει,
η καρδιά στο λιμάνι της στα μάτια της και ανθίζει.

Πέμπτη 22 Μαρτίου 2012

Νόημα αρχής

Ένα λαθραίο τίποτα μυρίζουν τα παιδιά σου,
μία τρύπα στη θάλασσα, ένα κενό αφής,
μία αίσθηση απροσάρμοστη θα κλαίει στην ποδιά σου,
απολυμένη δύναμη με βουλιαγμένους μυς.

Μετά προσπάθεια άχρωμη ρίχνεις λευκή πετσέτα,
στον πρώτο γύρο απεχθής, στον πρώτο ταξιδιώτης,
η σκέψη σου σα νάρκισσος, σου πάνε τα δυο πέτα,
σήμερα ξύπνησε νωρίς για σένα η ανθρωπότης.

Ο δρόμος σου στην ένωση Ανατολής και Δύσης,
το ιερό μεθύσι σου όμως νύχτα μαζί και μέρα,
σαν πάρεργο βοήθειας για ανάπτυξη της λύσης
που θα σου φέρει σύνεση στο νου πέρα ως πέρα.

Βρωμοκοπάς μισή έπαρση και μισή τραγωδία,
μοσχοβολάει αλτρουισμό και μεγαλείο ψυχής,
τη λούζεις με τις λέξεις σου, άγνωστη παρωδία,
σε αλλάζει με το νέκταρ της, με νόημα αρχής.

Δευτέρα 19 Μαρτίου 2012

Εποχική λαλιά

Ζωή με αιώνια κλαδιά
δωμάτιο με θέα,
παράθυρο με ζωντανή καρδιά
της Σμύρνης προκυμαία.

Μικρά Ασία γνώριμη
χάλκινο παρελθόν,
 άρωμα καρυκεύματος
υπάρχει στο παρόν.

Φλόγα και αφοσίωση
πετρόχτιστη δουλειά,
τζάκι, καπνός και πίεση
εποχική λαλιά.

Άμυνα σε επίθεση
κάπως δραματική,
ασθματικό το τρίξιμο
σε αυλαία ουτοπική.

Σε λιμάνι αλλιώτικο
Πειραιώτικο νερό,
το χρόνο αφουγκράζεσαι
και αγκαθωτό χορό.
 

Κυριακή 18 Μαρτίου 2012

Απόηχα βήματα


Απόψε η νύχτα αγαλλιάζει,
βγάζει στεφάνι και αγιάζει,
του νουνεχή η μελωδία
σταυρώνει εκκλησιαστικά θηρία.

Απόψε μ' έλουσες με φώτα
ανάγκης κι αίσθησης σαν πρώτα,
και απ' της μέρας τον ντελάλη
ακούω πως την ξενιτιά έδιωξες πάλι.

Μ' ένα σώμα, πάντα μ' ένα σώμα,
χωρίς να βρούμε στρώμα,
πλέουμε καράβια ολόλευκα.

Μ' ένα νόημα, από του νου το χρώμα,
πατάμε ιερό χώμα,
βήματα πια απόηχα.

Σάββατο 17 Μαρτίου 2012

Δυο αγριολούλουδα


Παρέα μου που δε χάνεσαι στους δώδεκα ουρανούς,
νύφη των δυο αιώνων και του ενός σταθμού,
γυναίκα μύρων μαγικών, σκόρπισμα του σταυρού,
γύρισμα μοίρας φωτεινό πάνω από τους καπνούς.

Η μορφή σου από σύννεφο θα πλάθεται στο χρόνο,
γυμνώνεις νου αθάνατη γόησσα του βυθού,
αργό κολύμπι θάλασσας, μεθύσι του νερού,
ο λόγος σου μες στη ρωγμή, χωρίς αυτόν ματώνω.

 Τα μάτια μας δινόντουσαν σε αβάπτιστες στιγμές,
αναριγούσε και η γη όταν ήμασταν πλάι,
σαν δυο αγριολούλουδα που κανείς δε ρωτάει
πώς τη ζωή τους γεύονται στις έγχρωμες ακμές.

Παρασκευή 16 Μαρτίου 2012

Συλλογική άλμη


Στην ακτή λευκής αλήθειας ολόγυμνη κολυμπάς,
πρόθυμα στον ήλιο στήθια μίας θύμησης ξανθιάς.

Θάλασσα, δρόμος, παιχνίδι σε κλεψύδρα λογική,
δυο βουνά στο νου της πλάσης με κουβέντα θυμική.

Θηρία μελανά κλειδώνεις, βρίσκεις πέλαγα βαθιά,
τόσα γόνατα εκεί χάμω τα σηκώνεις με καρδιά.

Ασκό Πελασγών ανέμων στην πορεία αναζητείς,
από σύμπνοια Ελληνική δε θα πέσεις να χαθείς.

Βάσανο όταν έρπει η μνήμη και τη λήθη όταν θωρείς,
τη συλλογική μας άλμη αγωνίζεσαι να βρεις.
 

Πέμπτη 15 Μαρτίου 2012

Το μαντήλι


Σε άνοδο μανίας, υπόγεια φρενάρω,
λατρεία Παναγίας, θυμάμαι να ξερνάω.
Χτύπησα σ' ένα δέντρο, είδα τριγύρω λάθη,
μέσα απ' την απαξία, τα δύσκολα είχα μάθει.

Δεμένος στην τρέλα, είσαι μαγεμένος,
κρατάς μια κοπέλα, είσαι χτυπημένος,
δεμένος στην τρέλα..

Σε γονιδίου έλικα, κρατιέμαι εξαρτημένος,
από ουσία φλογερή δεν είμαι δομημένος.
Περνάω απ' το παρελθόν, εικόνες τρεμοσβήνουν,
σ' αυτό το ψευτομάγαζο του χρόνου ελπίδες δίνουν.

Χαμένος στα λόγια, είσαι ξεχασμένος,
μισείς τα ρολόγια, είσαι λυπημένος,
χαμένος στα λόγια..

Σε σκέψη σου αλήτικη, κρατάω σημειώσεις,
μα όλα τα σκονάκια μου άχρηστα στις διαδόσεις.
Για σένα πάλι μάχομαι, μου δίνεις το μαντήλι,
λούζομαι τα πιστεύω σου, ανάβεις το καντήλι.

Ριγμένος στη μάχη, είσαι οργισμένος,
ψυχή τε και σώματι, είσαι εξαντλημένος,
ριγμένος στη μάχη..

Τρίτη 13 Μαρτίου 2012

Σκύλλα και νόηση


Καφές, αφρός και μηνιαία ευαισθησία,
μια συνταγή που βρίθει τραγωδία.

Καλοψημένος ύπνος ή ωμή αϋπνία,
αβυσσαλέος κατάλογος σε Σκύλλα κοινωνία.

Βουκολικό το δράμα σε πράξη αγροτική,
ηθοποιοί σερβίρονται μια νόηση θολή.

Σκηνοθεσία και θέσπιση οι στοές στη μαύρη αρχή,
χτυπιέται, βολοδέρνεται η φτωχική ιαχή.

Κυριακή 11 Μαρτίου 2012

Ξεχασμένο δόρυ


Γλυκόπικρο χαρμάνι μόνο σου ξέρει ο νους,
τα κοφτερά ταξίδια του ποτέ δεν αναβάλλεις,
στις μύχιες μύριες σκέψεις σου ποτέ δεν επιβάλλεις
το φύλακα της λογικής, ελεύθερα ακούς.

Μα στη γωνιά του κάποτε πλαγιάζεις μ' ένα τώρα,
στο μέλλον του γκρίζου ποτέ η απόδραση καλεί,
με μνήμη, λευκή πρόθεση και βούληση απλή,
τη ζωγραφίζεις νοητά σα να 'χει φύγει η μπόρα.

Τη σχεδιάζεις μ' όνομα, με σχήμα και με χρώμα,
πλάθει ο πόθος στο μυαλό εικόνες σπάνιου πάθους,
δε σε σκοντάφτει η γύρω αλήθεια ενός χαμένου λάθους,
η ελπίδα τρώει τις μέρες σου κι ένα μονάχο σώμα.

Φεύγεις πια πλήρης ημερών χωρίς αυτή στην πλώρη,
πατρίδα σου έμελλε αυτή χωρίς επιστροφή,
Ιθάκη που δε γνώρισες μετά μοιραία στροφή,
 κι ο χρόνος που σε πρόλαβε με ξεχασμένο δόρυ.

Σάββατο 10 Μαρτίου 2012

Ενδοκοσμικός λόγος


Ιδέα μας αθάνατη, εδώ είναι το γραφτό σου,
σε λέξη υπερβατική σε ον Ελληνικό.
 Στη μοίρα Αλεξάνδρεια στην ξενιτιά του κόσμου,
ζούμε για πάντα με θεό μόνο ενδοκοσμικό.

Διαπασών παλλόμενα, υπερνοήμων λόγος,
αρχή συμπαντική με αυτοομοιότητα.
Πλατωνική αλήθεια, Ανδρομέδια βεβαιότητα
για έλευση Νεμέσεως, δικαστική ταυτότητα.

Παρασκευή 9 Μαρτίου 2012

Ηλιαχτίδα


Κοινή σιωπή, πικρή ρωγμή στα σπλάχνα,
δεν προσδοκάς την ανθρωπιά.
Αναζήτηση μόνη, αρκεί, να ζωντανέψει
το σθένος της ημέρας, ω φως στον αγέρα,
Απόλλωνά μου, κριτή.

Μα όπως στηρίζει ξάφνου η ελπίδα την καρδιά,
όπως γεμίζει η πέτρα την παλιά ξερολιθιά,
τα δυο φιλιά μας μένουν να θυμίζουν
την ασύμμετρη χαρά, ηλιαχτίδα..

Όπως οι δυο αγάπες συντονίζουν τη ματιά,
όπως ο γέρος βρίσκει ακόμα την ανάγκη
να γελά, το μικρό ταξίδι της ζωής αγκαλιάζει
το μέγα της ψυχής, ηλιαχτίδα..

Κι όπως η θύμηση σκεπάζει τη λήθη, τη θηλειά,
όπως η ένωση των νιάτων το θάνατο αψηφά,
οι αντιστάσεις μένουν να ελέγχουν
τον αθάνατο καιρό, ηλιαχτίδα.. 

Τετάρτη 7 Μαρτίου 2012

Κατάρα


Το χρόνο αιματοκύλισες με διψασμένα χέρια,
τη μυρωδιά απολάμβανες στα πληγωμένα ταίρια.
Μισός εδώ, μισός εκεί κι η ουσία σου εντροπία,
το βήμα σου εφιάλτης τους, τα μάτια σου θηρία.

Κάποτε μιας προσπάθησες να παίξεις με τη μοίρα,
να αλλάξεις τη χημεία σου, να πνίξεις την αηδία.
Τους ανθρώπους βοήθησες να βρουν μια θεραπεία
απ' τη μαύρη παράνοια, τη φονική φοβία.

Όσες αγάπες κι αν αγγίξεις, κι αν ενώσεις,
δε θα υπάρξεις στη διάσταση της νιότης.
Δε θα σου δώσουνε το χάρισμα ζωής,
είσαι ο θάνατος της ξεραμένης γης.

Δευτέρα 5 Μαρτίου 2012

Μονάκριβη ανάγκη


Έλλογο ον η μάσκα τους, μια θέρμη στ' όνομά τους,
τα βήματά τους στις σκιές με ένοχο παρόν.

Στα πέρατα του κόσμου τους η νόησή σου εμπαίζει,
στα τέρατα ο κόσμος τους κι η γη σου επιζών.

Σκληρή μου αναμόχλευση ανιχνεύεις την κρίση,
επαγωγή μου άμοιρη αυτόνομα δομείς.

Μονάκριβη ανάγκη μου ορίζεσαι από εκείνη,
πανάκριβη αγάπη μου το χρόνο μας θωρείς.

Λογισμός


Υπόλογη κατάσταση σε βάθος λογικής,
φέρνει μαύρη παλίρροια σε ανάπτυγμα ευθύνης.

Η συλλαβή στο ξέφωτο ενώνεται με ήχους,
στοχαστική διάθεση πάνω σε έτοιμους τοίχους.

Για αιρετική διάθεση λόγο κάνει η τρέλα,
 μας ξέφυγε η διδαχή, μας έμεινε η φοβέρα.

Στο άρμα της παράνοιας έσκασαν δύο ρόδες,
κουτσέ παράφρων χώνεψε το όργιο με σόδες.

Τις μέρες σου υπολόγισες με δάχτυλα λυτά,
το νου σου κάπως λόγισε με μάτια ανοιχτά.


Ήλιου ευχή


Χρόνια με χιονιά, κάγκελα μαύρα,
δίψα στο μυαλό, πίσσα στην καρδιά.
 Έφερες του νου κρυφά παλάτια,
απ' την κατοχή στη λευκή χαρά.

Στην ανηφοριά γελάει η ματιά σου,
άγριο παιδί στα χαλάσματα.
Φεύγει η παγωνιά με το άσπρο γεια σου,
φέρεις ήλιου ευχή έξω απ' τα αγιάσματα.

Κρύος ποταμός, κρυφό μου ταίρι,
είσαι πέλαγο που ένας ξέρει,
κι αυτός μόνο εγώ, σ' αγαπώ.
 

Κυριακή 4 Μαρτίου 2012

Παρένθετο επίθετο


Κάποτε ήσουν έρωτας στο κύμα,
κάποτε είχες μάτια φυλαχτά,
γνώριζες κάθε πνεύμα στην Αθήνα,
ζωγράφιζες ηλιακή ακτίνα,
προστάτευες το χρόνο μας από τη σκοτεινιά.

Δεν ξέρω πώς να ενδώσω στη ζωή σου,
δεν έχω πια σκιά δίπλα στο φως,
είμαι πια άπορος σε όνειρα κι ελπίδες,
ασόβαρος σε γκάζια και παγίδες,
αλήτης που αρέσκεται εκτός.

Είναι μια φάκα σκηνοθετημένη,
είναι επίθετο παρένθετο,
είναι κατώγειο πλημμυρισμένο,
αχνός παράδεισος, αμπαρωμένος,
μια τρύπια αγάπη, το όξινο εγώ.
 

Σάββατο 3 Μαρτίου 2012

Ήλιος στη Δύση


Έριχνε πανιά η γη,
ζεστά πανωφόρια,
δεν πιάνουν τα ξόρκια
μέσα στη βροχή.

Κι όταν έφτασε η σιγή,
τα βρεγμένα φύλλα,
πότισαν με ζήλο
τη νωπή αυγή.

Σύννεφα λευκά, γυμνά,
έτοιμη κοπέλα,
στο βοριά μου έλα
μου 'χες πάλι πει.

Είχες φέρει Άνοιξη,
την παλιά εικόνα,
πόσα πίσω χρόνια
ξάφνου είχα βρεθεί.

Μ' έσωσες με μια ματιά,
μ' ένα θαμπό ίσως,
πώς να λησμονήσω
κείνη τη νυχτιά.

Κι όταν τέλειωσε η στιγμή
πήρες την αλήθεια,
μαχαιριά στα στήθια
έδωσε η σιωπή.

Ο δικός μας άνεμος
το φιλί φυσάει,
φεύγει, δε ρωτάει,
πότε και γιατί.

Η αγάπη μια ματιά
που δε λέει να σβήσει,
ήλιος που στη Δύση
φέγγει με ψυχή.

Δυο νομίσματα


Μη χτίζεις με διαβήτη αβύσσου Τάρταρα,
μη ζωντανεύεις τερατώδεις σταυρούς της λησμονιάς.
Μη χαζεύεις με χάρτινα πλεούμενα καράβια,
μην αγνοείς του γέρου χρόνου τα μάτια τα μελιά.

Στη δική μας τη γωνιά, στο λατρευτό πλατάνι,
σκαλίσαμε ενθύμια αγάπης με σουγιά.
Οι δυο ευχές μας έπιασαν στο παλιό συντριβάνι,
πατήσαμε σε δρόμους με αθάνατη μαγιά.

Επέλεξε ξανά να γεννηθείς πάνω σε στίχο,
όταν η φύση θα αναπνέει τα παιδιά.
Ανάγκασε το θάνατο να έρθει χωρίς οίκτο,
έχε και δυο νομίσματα για την άλλη μεριά.

Πέμπτη 1 Μαρτίου 2012

Αλάργα


Μέσα από γρήγορες ανεμοθύελλες κι αποσκευές,
βρίσκεις το δρόμο σου και τις πικρόγλυκες ανατολές.

Μέσα απ' του σήμερα τις λιμνοθάλασσες, τις αγκαλιές,
ξεχνάς ωκεανούς με φρέσκα ψάρια σε μέγα χθες.

Στη μάνα γέφυρα οι συνειρμοί σου έχουν σωθεί,
έχουν στεγνώσει οι ταξιδιώτες σου απ' τη βροχή.

Με άσπρη βάρκα σε μαύρη θάλασσα τραβάς κουπί,
αλάργα στάσου απ' την ασπρόμαυρη ζωγραφική.