Παρασκευή 4 Μαΐου 2012

Αβελτηρία και τέρψη


Ήτανε το τρεμούλιασμα στο στόμα ένα σημάδι,
ότι η μοίρα χτύπαγε την πόρτα σαν οιωνός,
ήτανε και το άοσμο παρατημένο χάδι
που άνθιζε στο μάγουλο όσο ήσουν αγνός.

Στα μαυρισμένα σου νερά δεν επιπλέουν βάρκες,
σκέψεις πνιχτές βουλιάζουνε μόνο σε γκρίζο πάτο,
η αβελτηρία σου επιζεί σε ματωμένες σάρκες
που εχθρεύονται το πνεύμα σου, το πεταμένο κάτω.

Πήρες τον κάβο κι έδειξες τα δόντια σα λιοντάρι,
ήταν τ' απόβραδο νωθρό, ήταν θολή η νύχτα,
πιο πέρα απ' την αντίσταση ζητάνε ένα λυχνάρι,
να τρίψουνε όπως κι εσύ πριν ρίξουνε τα δίχτυα.

Είναι βαρύ το εκτόπισμα του ειδικού σου βάρους,
μα όλοι οι τόνοι που μετρώ απέθαντης σιγής,
σε τέρπει η υπαιτιότητα του νοθευμένου θάρρους,
το τέλος σου προίσταται αξέχαστης φυγής.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου