Γνέψε ήλιε στη μοναξιά της νιότης,
δώσε το παράγγελμα στην πρώτη ιαχή!
Σε μέρη απονήρευτα παράδωσε το φως,
σε στίχους περαστικούς δώσε νωπό το σύνθημα!
Βαριά ήταν τα στίγματα της ώρας στην ψυχή μου,
βοήθεια πάντα η άρνηση σε ανίερο τοπίο.
Έρημος καυτή η καρδιά πριν βρω τη ζωγραφιά σου,
σε σκόνη και αέρα ανάμεσα πάλευα για να δω.
Τα βήματά σου τραγουδώ σαν μιας γυναίκας νιάτα,
σαν άκουσμα μαγέματος σε δάσος νεαρό.
Τα χρώματά μας βρήκα στην πρώτη ανατολή,
σε παραλίες γνώριμες με πέλαγο δικό μας.
Στου χρόνου μας το κάλεσμα άκουσε την αρχή,
στα μέρη της αυγής μας να βρούμε μονοπάτι.
Μιας Άνοιξης το βάπτισμα ζητά το Καλοκαίρι μας,
Βαριά ήταν τα στίγματα της ώρας στην ψυχή μου,
βοήθεια πάντα η άρνηση σε ανίερο τοπίο.
Έρημος καυτή η καρδιά πριν βρω τη ζωγραφιά σου,
σε σκόνη και αέρα ανάμεσα πάλευα για να δω.
Τα βήματά σου τραγουδώ σαν μιας γυναίκας νιάτα,
σαν άκουσμα μαγέματος σε δάσος νεαρό.
Τα χρώματά μας βρήκα στην πρώτη ανατολή,
σε παραλίες γνώριμες με πέλαγο δικό μας.
Στου χρόνου μας το κάλεσμα άκουσε την αρχή,
στα μέρη της αυγής μας να βρούμε μονοπάτι.
Μιας Άνοιξης το βάπτισμα ζητά το Καλοκαίρι μας,
μια οπτασία μες στο νου ας είναι η χαραυγή σου.
Δες πώς άνθισε πια το σθένος μας,
δες με χαμογελαστό πια στο μπαλκόνι σου..
Δες μας πως σκαρφαλώνουμε στην τύχη πάλι,
αφήνοντας ευθεία άτολμη και εύκολη φωτιά..
Δες μας πως σκαρφαλώνουμε στην τύχη πάλι,
αφήνοντας ευθεία άτολμη και εύκολη φωτιά..
Μια Κυριακή μας ένωσε μες στον άνεμο,
θυμάσαι;
Ανάμεσα σε λευκές ανάγκες και μαγικές οσμές,
θυμάσαι;
Ανάμεσα σε σπιτικές μνήμες και επαναστατικές στιγμές,
θυμάσαι;
Μες στης θάλασσας τη δύναμη, μες στης αρμύρας το νερό,
ξεπροβάλλεις μόνη στη φαντασία του αύριο.
Από μοίρα βρίσκομαι στα νερά σου,
από πόθο φτάνω στον ξακουστό σου μύθο.
Πότε άραγε θα έχουμε την εύνοια των θεών;
Πότε θα γιορτάσουμε με το χρόνο;
Χέρια σφιγμένα σε γερμένη βάρκα,
σε καθαρό μέλλον έγχρωμα βλέμματα ζουν.
Με δύσκολο ουρανό και σύννεφα επισκέπτες,
γελάσαμε αργά και αποκοιμηθήκαμε..
Πότε άραγε θα έχουμε την εύνοια των θεών;
Πότε θα γιορτάσουμε με το χρόνο;
Χέρια σφιγμένα σε γερμένη βάρκα,
σε καθαρό μέλλον έγχρωμα βλέμματα ζουν.
Με δύσκολο ουρανό και σύννεφα επισκέπτες,
γελάσαμε αργά και αποκοιμηθήκαμε..
Στης φύσης το μοναδικό, στη θεϊκή σου γέννηση,
θυμάμαι πάντα ότι σ'αγαπώ κι υπάρχω για να σ' έχω.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου